Κάστρα, φρούρια και μοναστήρια της Ναυπακτίας κατά την Επανάσταση του 1821
Της Δρ Ολυμπίας Βικάτου, Διευθύντριας της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας και Λευκάδος
«Η επανάστασις η εδική μας δεν ομοιάζει με καμμιάν απ' όσες γίνονται την σήμερον εις την Ευρώπην. Της Ευρώπης αι επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο εδικός μας πόλεμος ήτο ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλο έθνος». Με αυτά τα λόγια ο μεγάλος οπλαρχηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης χαρακτηρίζει τον ξεσηκωμό των Ελλήνων για την Ελευθερία, το κορυφαίο γεγονός στη νεώτερη ιστορία μας, που οδήγησε στην απελευθέρωση του έθνους και στη συγκρότηση ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους.
Τα κάστρα και τα φρούρια, τα αγέρωχα μνημεία μας και αδιάψευστοι μάρτυρες του ένδοξου παρελθόντος, αποτέλεσαν τότε πεδία μαχών και τα μοναστήρια επαναστατικούς πυρήνες. Τα περισσότερα κάστρα δυστυχώς ήταν υπό Οθωμανική κατοχή. Στο Βενέτικο η στρατηγική θέση της Ναυπάκτου στην είσοδο του
Κορινθιακού κόλπου συγκροτούσε διαχρονικά καθοριστικό κομβικό σημείο στο αμυντικό τόξο της περιοχής, το οποίο ενισχύθηκε από τους Οθωμανούς με την κατασκευή των φρουρίων Ρίου και Αντιρρίου. Το 1699 μετά τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς, η Ναύπακτος από τους θαλασσοκράτορες Ενετούς περνά και πάλι στους Οθωμανούς. Παραμένοντας κάτω από τον τουρκικό ζυγό δεν θα καταφέρει να συμμετάσχει ενεργά στον απελευθερωτικό αγώνα και πολλοί κάτοικοι μετακινούνται σε διάφορες περιοχές, αλλά και στην ορεινή Ναυπακτία. Τα Κράβαρα υπήρξαν ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα της Επανάστασης, καθώς σε πολλές τοποθεσίες θα λάβουν χώρα σημαντικές μάχες που καθόρισαν την εξέλιξη του Αγώνα.
Αντιλαμβανόμενοι την στρατηγική σημασία της καστροπολιτείας οι επαναστατημένοι Έλληνες αρκετές φορές με σφοδρούς κανονιοβολισμούς από ξηράς και θαλάσσης θα αποπειραθούν να την καταλάβουν, αλλά το απόρθητο και ασάλευτο κάστρο της δεν θα απελευθερωθεί πριν το 1829. Από το πλήθος των πολεμικών γεγονότων μόνον ενδεικτικά ας θυμηθούμε: τον Μάιο του 1821 ο ελληνικός στόλος πολιορκεί τη Ναύπακτο και οι τουρκικές δυνάμεις οχυρώνονται στην Ακρόπολη. Οι Έλληνες επιχειρούν να πυρπολήσουν τον τουρκικό στόλο με προεξάρχοντα τον μπουρλοτιέρη Γιώργο Ανεμογιάννη από τους Παξούς, του οποίου η τόλμη, το πάθος και η ορμή των 23 χρόνων τον οδήγησαν σε μαρτυρικό θάνατο για την ελευθερία της Πατρίδας. Στις 5 Ιουνίου γίνεται γιουρούσι στον Έπαχτο και την επομένη έφοδος για την κατάληψη του Αντιρρίου, όπου πληγώθηκε ο ηγουμενοκαπετάνιος Δαμιανός. Στις 4 Απριλίου 1825 ο γνωστός από τη δημοτική ποίηση Δήμος Τσέλιος ή Φερεντίνος με τα παλληκάρια του έτρεψε σε φυγή τους Οθωμανούς κοντά στη Ναύπακτο. Μετά από πολλές προσπάθειες, τον Μάρτιο του 1829 οι Έλληνες απέκλεισαν από τη θάλασσα το φρούριο του Αντιρρίου και στις 13 Μαρτίου, η ελληνική σημαία κυματίζει στο Καστέλι της Ρούμελης που παραδόθηκε στους αρχηγούς των ελληνικών δυνάμεων. Αμέσως τα ελληνικά στρατεύματα στράφηκαν προς τη Ναύπακτο, όπου ξεκίνησαν στενή πολιορκία από ξηρά και θάλασσα, υπό τη διοίκηση των Αυγ. Καποδίστρια και Α. Μιαούλη. Στις 18 Απριλίου 1829 οι Έλληνες πατούν το κάστρο, οι Τούρκοι υπογράφουν τη συνθήκη παράδοσης και η πόλη ενσωματώθηκε στο νέο Ελληνικό κράτος. Μετά την απελευθέρωση πολλές οικογένειες αγωνιστών κυρίως από το Σούλι (Τζαβελαίοι, Μποτσαραίοι, κ.ά.) εγκαταστάθηκαν στην πόλη, στα τούρκικα αρχοντικά. Ερείπια αμυντικού πύργου της παλιάς βυζαντινής οικογένειας των Καναβαίων στην περιοχή της Δάφνης, κατασκευασμένου επί Τουρκοκρατίας, συνδέονται επίσης με την Επανάσταση.
Παράλληλα, όλα αυτά τα χρόνια αδυσώπητες μάχες μαίνονται στην ευρύτερη περιοχή της Ναυπακτίας (Βενέτικο) και στα Κράβαρα, όπου η δυσπρόσιτη περιοχή από νωρίς προσέλκυσε πολλές αρχοντικές οικογένειες, όπως μαρτυρούν τα επώνυμα Καναβός, Χρυσοβέργης, Ρωμανός, Παλαιολόγης, Κομνηνός κ.ά. Υψίστης σημασίας ήταν η δράση της Φιλικής Εταιρείας στην περιοχή, αλλά και της Σχολής της Λομποτινάς (Άνω Χώρα). Τον Απρίλιο του 1825, τον Δεκέμβριο του 1826 και τον Σεπτέμβριο του 1828 η Λομποτινά γίνεται πεδίο σκληρών μαχών, όπου οι Τούρκοι γνωρίζουν τραγική ήττα από τις ελληνικές δυνάμεις και τα Κράβαρα απελευθερώνονται τον Οκτώβριο του 1828. Γενναίοι Κραβαρίτες και Ναυπακτίτες επί εννιά χρόνια πάλεψαν για την ελευθερία του Έπαχτου, των Κραβάρων και όλης της περιοχής (Βενέτικου, αλλά και Βραχωρίου) δίπλα στους καπεταναίους τους. Μακρυγιάννης Φαρμάκης, Σισμάνης, Ιωάννου, Σωτηρόπουλος, Πιλάλας, Ξύδης, Ροντήρης, Καναβός, Χορμόβας, Σιαδήμας, Σκαλτσάς, Αναγνώστης, Χρυσοβέργης, Σακαρέλος κ.ά. είναι μερικά μόνον ονόματα οικογενειών από τον μακρύ κατάλογο των σπουδαίων οπλαρχηγών που μαζί με τους ανώνυμους αγωνιστές-ήρωες έγραψαν την εποποιία του '21, ποτίζοντας σπιθαμή προς σπιθαμή με το αίμα τους τη γη των ηρώων.
Αλλά και τα μοναστήρια της Ναυπακτίας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην Επανάσταση ως προπύργια και ορμητήρια του Αγώνα. Σε αυτά, σύμφωνα με έγγραφα, κατέφυγαν Αγωνιστές και Φιλικοί, περιθάλπονταν τραυματίες, χρησιμοποιούνταν για αποθήκευση προμηθειών και πολεμοφοδίων, κυρίως όμως αποτέλεσαν χώρους μύησης της Φιλικής Εταιρείας, αλλά και στρατηγεία των αγωνιστών, ενώ γύρω τους διεξήχθησαν σημαντικές μάχες. Στο μοναστήρι της Παναγίας Φιλοθέου στο Νιόκαστρο στρατοπέδεψαν οι οπλαρχηγοί Γιάννης Φαρμάκης ο Κραβαρίτης και Γιάννης Φαρμάκης ο Βενετίτης με εντολή του Καραϊσκάκη. Τον Μάη 1828 κοντά στην Παναγία Καβαδιώτισσα δόθηκε μάχη υπό του οπλαρχηγού Γιάννη Ράγκου. Η Αγία Τριάδα στη Χόμορη ήταν τόπος συγκέντρωσης των οπλαρχηγών, ενώ στη Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Χρύσοβο οι μοναχοί εντάχθηκαν στο στρατιωτικό σώμα του οπλαρχηγού Ανδρέα Σαφάκα. Το μοναστήρι Αγ. Δημητρίου στα Κρυονέρια συνδέεται με τον μοναχό Δημήτρη Τσουνόπουλο, τον μετέπειτα Δαμιανό και από πολλούς επονομαζόμενο «ο Παπαφλέσσας της Ρούμελης», μία σημαίνουσα φυσιογνωμία που μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ στην Κωνσταντινούπολη το 1819, ενώ ό ίδιος στην περιοχή των Κραβάρων θα μυήσει πολλούς αρματολούς και Κραβαρίτες. Γίνεται οπλαρχηγός, παίρνει μέρος σε πολλές μάχες και πεθαίνει ηρωικά στην Έξοδο του Μεσολογγιού, όπου πολέμησε δίπλα στον Κίτσο Τζαβέλα και ανατινάχτηκε μαζί με τον Καψάλη. Το μοναστήρι του Αγ. Δημητρίου θα συνδεθεί με την Επανάσταση και θα συμβάλει στην προετοιμασία, βοηθώντας τις ελληνικές δυνάμεις. Κοντά στο ιστορικό μοναστήρι του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου στη Βομβοκού τον Οκτώβριο του 1823 ο Φαρμάκης καταδιώκει τους Τούρκους που γυρίζουν στο κάστρο του Έπαχτου και το 1825 ο Μαυροκορδάτος τρέπει σε οπισθοχώρηση τους Οθωμανούς. Αλλά και το Μοναστήρι της Παναγίας Αμπελακιώτισσας προσέφερε συνδρομές και πολεμοφόδια στον Αγώνα, καταφύγιο σε πληγωμένους και πεινασμένους και προχώρησε στη σύσταση σχολείων. Σύμφωνα με τις πηγές οι μοναχοί του πολέμησαν νυχθημερόν τους Τούρκους, ενώ αναφέρεται ότι οι δύο μοναχοί Πολύκαρπος και Αγαθάγγελος θυσιάστηκαν το 1825 έξω από το Μεσολόγγι, αφού πρώτα βασανίστηκαν.
Είναι αδύνατον να συγκεντρώσει κανείς σε λίγες σελίδες το πλήθος των ιστορικών και πολεμικών γεγονότων και να αποδώσει τη σπουδαιότητά τους. Γνωρίζοντας όμως, ότι λαός που δεν μελετάει την ιστορία του δεν έχει μέλλον, ας διδαχθούμε από τα μηνύματα αυτοθυσίας των χιλιάδων ηρωικών μορφών, γνωστών και αγνώστων που με το σύνθημα Ελευθερία ή Θάνατος έδωσαν τη ζωή τους για μια ελεύθερη Πατρίδα, για να είμαστε εμείς σήμερα ελεύθεροι. Ας υποκλιθούμε στο μεγαλείο της θυσίας τους και ας τους αποδώσουμε την τιμή και τη δόξα που αξίζουν.