ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝ. ΦΑΡΜΑΚΗΣ – ΚΡΑΒΑΡΙΤΗΣ, Ο Ηρωικός Οπλαρχηγός του ΄21
*του Χαράλαμπου Δ. Χαραλαμπόπουλου, ιστοριοδίφη - Επίτιμου Προέδρου Εταιρείας Ναυπακτιακών Μελετών
Η Ναυπακτία, Κράβαρα και Βενέτικο, από την αρχή της Επανάστασης ενστερνίστηκαν και αγκάλιασαν τον ιερό σκοπό της και αγωνίστηκαν με όλα τα μέσα για την ανάκτηση της Ελευθερίας.
Ιδιαίτερα, τα παρεξηγημένα στους νεότερους χρόνους Κράβαρα ανάθρεψαν σκληροτράχηλους πολεμιστές, που έβαψαν με το αίμα τους και την πιο απόκρημνη γωνιά της Ελλάδας. Γι΄ αυτό οι στρατηγοί της Επανάστασης επεδίωκαν τη στρατολόγηση Κραβαριτών και Βενέτικων αγωνιστών . Πολλοί οι καπεταναίοι που πρόσφεραν πάρα πολλά στον Αγώνα και στη Ναυπακτία. Ανάμεσα στους ξεχωριστούς ιδιαίτερα αναδεικνύεται ο Γιάννης Π. Φαρμάκης – Κραβαρίτης, όπως ο ίδιος υπέγραφε.
Ο παππούς του Φαρμάκη ήταν ο Γιάννης Φουσέκης από την Κερασιά, ενώ η γιαγιά του της οικογένειας Ζάβαλη ήταν από την Αρτοτίνα. Ο πατέρας του Φαρμάκη Παναγιώτης Ιω. Φουσέκης που γεννήθηκε στην Αρτοτίνα, νυμφεύθηκε τη Ρήνα Θεοδ. Μασούρα από την Βοϊτσά (σημ. Ελατόβρυση) και έμεινε σώγαμπρος στο Μασουραίικο σπίτι. Στο καλύβι αυτό , που βρίσκεται κοντά στην εκκλησία Αγία Τριάδα στην άκρη ενός αλωνιού, γεννήθηκε στα 1801 ο Γιάννης Φαρμάκης.
Στα 1809 ο Παναγιώτης πέθανε και η χήρα του απροστάτευτη με τα δυο παιδιά της , τον Γιάννη και τον Γιώργο, πήγαν κοντά στους συγγενείς της πεθεράς της. Εκεί κοντά στον θείο του Παπαθεοχάρη ο Γιάννης έμαθε τα πρώτα γράμματα. Η ζωή του στην κλεφτομάνα Αρτοτίνα, όπου ζούσαν ο Διάκος, ο Καλτσοδήμος, ο Σαφάκας και μια σειρά καπεταναίων και παλικαριών , σημαδεύτηκε από τα κατορθώματα της κλεφτουριάς και έτσι ο μικρός Γιαννάκης , ζυμωμένος μέσα σ΄ έναν ηρωικό περίγυρο, άρχισε να δημιουργεί χαρακτήρα περήφανο και ανυπόταχτο. Ο Γ. Γαζής στο λεξικό του αναφέρει για τον Γιάννη Φαρμάκη : « Κραβαρίτης, προ της Επαναστάσεως ήν καζάτσης (μεταξουργός) εις Άμφισσαν , όπου έδειξε τα προοίμια της παλικαριάς του εις την καταστροφήν τών εκεί Τούρκων φημισθείς δε διά την ανδρείαν και φρόνησιν , έγινεν είς από τους επισήμους οπλαρχηγούς , μικρός μεν ών το σώμα, μέγας δε τοις έργοις και αρειμάνιος ...».
Ο Φαρμάκης δεν πολέμησε μόνον , αλλά και έγραψε. Μπορεί να έγραψε για « λόγους υπηρεσιακούς» , όμως οι πολεμικές σημειώσεις του , τα «Πρακτικά», όπως ο ίδιος τα χαρακτηρίζει, ουσιαστικά αποτελούν σπουδαία ιστορική πηγή που συμπληρώνει πολλά κενά και ρίχνει φως σε πολλά σκοτεινά σημεία στην Ιστορία του ΄21. Για το λόγο αυτό τα εκδώσαμε το 1983 στις εκδόσεις του Συλλόγου Δορβιτσωτών «ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ».
Όπως ο ίδιος ο Φαρμάκης γράφει στα «Πρακτικά» του: «ήμουν ομού με αυτόν (τον Σαφάκα) προλαβόντως της Επαναστάσεώς μας» . Ήταν κάπου 15 ετών, όταν εντάχθηκε στον νταϊφά του Αρτοτινιώτη κλεφτοκαπετάνιου Ανδρίτσου Σαφάκα. Εκεί έδειξε , παρά το νεαρό της ηλικίας του , θαυμαστή ανδρεία και περιφρόνηση στον κίνδυνο . Το ακατάβλητο θάρρος του μαζί με τη σκοπευτική του δεινότητα έκαναν τον Σαφάκα να πει: «Φαρμάκι είναι αυτούνο το παιδί» . Από τότε ο χαρακτηρισμός «φαρμάκι» εκτόπισε το επώνυμο Φουσέκης και ο ήρωας ονομάσθηκε Φαρμάκης.
Μαζί με τον Σαφάκα και άλλα παλικάρια λένε ότι θήτευσε στην αυλή του Αλήπασα. Μετά ακολούθησε τον Σαφάκα στον κλέφτικο βίο. Όταν συμπλήρωσε δεκαοκτώ (18) ετών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον αρχηγό του και έκανε δικό του νταϊφά και άρχισε δράση κατά των τούρκων στο Βενέτικο, στα Κράβαρα, στη Δωρίδα και στη Φθιώτιδα.
Με προπύργιο την Κούλια , πούχε στην Κερασιά , κάθε τόσο με απαράμιλλο θάρρος και ορμή ριχνόταν στα τούρκικα αποσπάσματα και είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων της περιοχής . Η οχυρή θέση στο όρος Οξυά πάνω από τη Σιτίστα ( Γραμμένη Οξυά) ακόμα και σήμερα λέγεται «Ταμπούρια Φαρμάκη».
Έτσι η Επανάσταση του ΄21 τον βρήκε μπαρουτοκαπνισμένο, έμπειρο και αρειμάνιο.
Το γλυκοχάραμα της Επανάστασης τον βρήκε να υπηρετεί στο σώμα του οπλαρχηγού Πανουργιά. Έτσι έλαβε μέρος στην άλωση των Σαλώνων. Στη συνέχεια μαζί με τον Γκούρα συγκρούστηκαν με τους Τούρκους στη Δαμάστα, αλλά η υπεροπλία των Τούρκων ανάγκασε τους Έλληνες να υποχωρήσουν.
Τώρα τα ελληνικά στρατεύματα βρίσκονται στο χάνι της Γραβιάς. Εκεί 118 παλικάρια με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο αρχηγό μπαίνουν στο χάνι. Ανάμεσά τους και ο Γιάννης Φαρμάκης. Ο γιος του Δήμος διηγείται : « ….(ο πατήρ μου) ήτο άνδρας πολύ μετρίου αναστήματος και εις άκρον νευρώδης, εις τρόπον ώστε επροξένησεν έκπληξιν εις τον Στρατηγόν Ανδρούτσον όταν εις το χάνι Γραβιάς επγιάσθη και ούτος εις τον χορόν μεταξύ των εκατόν δεκαοχτώ (118) ρωμαλέων και γενναίων ηρώων και του είπε : « και συ Φαρμακάκη, μπράβο παιδί μου» . Κατά την πολιορκίαν ταύτην του χανίου Γραβιάς του συνέβη και το εξής επεισόδιον΄ οι επιτιθέμενοι Τούρκοι ήλθον εις επαφήν με τους τοίχους του χανίου και είς Τούρκος εκ της θυρίδος, εξ ής επυροβόλει ,του αφήρεσεν τον οβελόν του όπλου του, τότε ο πατήρ μου είπε εις τον παρακείμενον ήρωα : «βάστα και τα δυο όπλα, συ να γεμίζεις με τον ένα οβελόν και τα δυο όπλα και να μου δίδεις να πυροβολώ ταχέως, διότι είμαι σκοπευτής» . Εφόνευσε δε ιδιοχείρως δεκαοχτώ (18) εφορμώντας Τούρκους».
Ο καπετάν Κομνάς Τράκας αναφέρεται στο στρατήγημα του Οδυσσέα. Από τον σωρό των πετρών που είχαν συσσωρευθεί στην πόρτα προς την πεδιάδα οι μαχητές που είχαν στοιχηθεί κατά σειράν έπαιρναν ανά μία τις πέτρες και τις τοποθετούσαν εκτός του χανίου εξερχόμενοι από την δυτική πόρτα. Όμως κάποιος παρέσυρε τον σωρό, οπότε δημιουργήθηκε μεγάλος πάταγος που αφύπνισε τους Τούρκους.
Τότε, ο Οδυσσέας έδωσε διαταγή να επανέλθουν κάποιοι από τους μαχητές στο χάνι και πυροβολούντες να εξαπατήσουν τους εχθρούς και να πιστέψουν ότι βρίσκονται ακόμα μέσα στο χάνι.
Ο Κομνάς μπήκε μόνος και πυροβόλησε από το βάθος του χανίου φωνάζοντας : «αύριο σκυλότουρκοι βλέπετε αν θα αφήσουμε κανένα από εσάς ζωντανό» .
Και η χειρόγραφη ιστορία της οικογένειας Τράκα αναφέρει: «εις το πλάγι του τότε ερρίφθη και έν έτερον όπλον και στραφείς ανεγνώρισεν εν τω σκότει του χανίου εκ της λάμψεως της πυρίτιδος και της φωνής τον εκ Κραβάρων Ιωάννην Φαρμάκην , παίδα τότε όντα. Εξελθών ο Κομνάς μετά του Φαρμάκη εύρεν τους άλλους πρηνείς υπό την σκιάν του τοίχου και μετ΄ ολίγον ησυχασάντων των Τούρκων οι Έλληνες εν μιά τη φωνή «επάνω τους» με τα ξίφη ανά χείρας διά μέσου πεζών και ιππέων διελθόντες αβλαβείς, ανέβησαν τον Χλωμόν, ένθα την πρωίαν ηνταμώθησαν και με τους έξωθεν».
Ύστερα από τη νίκη στο χάνι της Γραβιάς , που έδωσε, μετά τον χαλασμό στην Αλαμάνα, πάλι φτερά στα ελληνικά όπλα, ο Φαρμάκης ήταν σ΄όλες τις μάχες που πήρε μέρος το σώμα του γερο Πανουργιά. Στον Λάζο, στον Αϊτό, στο Πατρατζίκι, στη Λειβαδιά, στα Βασιλικά, στην Αγάθωνη και πάλι στον Αϊτό και στο Πατρατζίκι. Την εποχή αυτή ο Άρειος Πάγος τιμώντας την ανδρεία και τη συμβολή του στον αγώνα , τον ονόμασε Εκατόνταρχο (λοχαγός). Τέλη Μαΐου 1822 ο Φαρμάκης εντάσσεται στο σώμα του παλιού οπλαρχηγού του Σαφάκα.
Με τον Σαφάκα μάχεται στη Νεβρόπολη Λαμίας, στο Αιτωλικό, στον Βλοχό, στο Πλοκοπάρι, στον Άσπρο, στην Ευρύπολη των Αγράφων.
Από τις 20 Ιουνίου 1823 εντάσσεται στο σώμα του Καλτσοδήμου και μάχεται στο Τρανό Χωριό της Ευρυτανίας, στην Καλλιακούδα, στον Πλάτανο Ναυπακτίας, στο Μακρυκάμπι, στην Άμπλιανη, στην Πανάσσαρη, στο Αμαρλάρι.
Το Νοέμβρη του 1824 εντάσσεται στο σώμα του Νάκου Πανουργιά, όπου μένει μέχρι τις αρχές Απριλίου 1825. Στις 19 Απριλίου 1825 προάγεται σε Ταξίαρχο. Αμέσως μετά εντάσσεται στο σώμα του Αντρέα – Αναγνώστη Καναβού και μάχεται στην Αμόρανη, στην Παπαδιά, στη νυκτομαχία του Μεσολογγίου, στο Πετροχώρι, στη Ρίγανη, στον Κραβασαρά . Στις 20 Απριλίου 1825 ονομάστηκε χιλίαρχος αλλά το δίπλωμα εκδόθηκε από παραδρομή στο όνομα Κωνσταντής Φαρμάκης.
Στις 15 Φλεβάρη 1826 πήγε στο Ναύπλιο. Εκεί πήρε διαταγή να στρατολογήσει 50 στρατιώτες και να μπει στο Μεσολόγγι. Το Μεσολόγγι όμως έπεσε, προτού να προφθάσει να μπει σε αυτό. Έτσι ενώθηκε προσωρινά με το σώμα του Καλτσοδήμου στη Βαρνάκοβα, όπου έγινε σημαντική μάχη με τους Τούρκους.
Στη Γρέκιζα με το ολιγάριθμο σώμα του έτρεψε σε φυγή τους Τούρκους. Μετά την πτώση του Μεσολογγιού ένας μετά τον άλλο οι καπεταναίοι της Στερεάς Ελλάδας έκαναν «καπάκια» με τους Τούρκους. Ο Φαρμάκης , όμως, έμεινε απροσκύνητος. Μαζί με το σώμα του κατέφυγε στα τόσο γνώριμα, από την προηγούμενη κλέφτικη ζωή του, βουνά. Έτσι άρχισε μια δεύτερη κλέφτικη ζωή. Τα τούρκικα αποσπάσματα κυνηγούσαν με λύσσα του Φαρμακαίους. Κατόρθωσαν να πληγώσουν τον Φαρμάκη στο αριστερό του πόδι, που σαν αγρίμι έμενε κλεισμένος σε μια σπηλιά 42 μέρες.
Όταν ο Φαρμάκης έμαθε ότι ο Καραϊσκάκης ξεσήκωσε πάλι την προσκυνημένη Ρούμελη, αμέσως τάχθηκε με το σώμα του στη διάθεση του μεγάλου Στρατάρχη της Ρούμελης.
Και πάλι ο Φαρμάκης με τους 130 στρατιώτες του έδειξε ηρωισμό και ηγετικές ικανότητες, καθώς και απόλυτη υπακοή και πειθαρχία στα κελεύσματα του Μεγάλου Αρχηγού.
Στην Αράχωβα, στη Λιάκουρα , στο Τουρκοχώρι, στα Βελβίτσενα, στο Δίστομο, στο Κερατσίνι, στο Μετόχι όπου τραυματίστηκε στο αριστερό χέρι, στο Δαφνί όπου πληγώθηκε στο λαιμό και σ΄ άλλα μέρη του σώματός του. Πάντα πρώτος ο Φαρμάκης στο μετερίζι του χρέους.
Μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη ο Φαρμάκης μαζί με άλλους οπλαρχηγούς πέρασε στην Κόρινθο.
Ο θάνατος του Καραϊσκάκη λιποψύχησε τους Έλληνες. Οι καπεταναίοι της Στερεάς άρχισαν πάλι τα «καπάκια» , που σκοπός τους ήταν η διάσωση του πληθυσμού.
Ο Φαρμάκης την ώρα που στη Ρούμελη είχε σβήσει η Επανάσταση περνάει τον Αύγουστο του 1827 σ΄αυτή , για «να εκτυπήσω Τούρκους εις τους δρόμους επειδή εις καμίαν άλλην οικονομίαν δεν ήτον», ως με περισσή ειλικρίνεια λέγει ο ίδιος.
Ο παλιός κλέφτης άρχισε πάλι τον κλεφτοπόλεμο. Οι ξαφνικές επιδρομές του κραβαρίτη καπετάνιου είχαν οδυνηρά αποτελέσματα για τους Τούρκους. Έτσι όλα τα τούρκικα αποσπάσματα της περιοχής άρχισαν ένα λυσσασμένο και αδυσώπητο κυνήγι κατά του Φαρμάκη.
Έτσι ο καπετάνιος αναγκάστηκε τον Νοέμβρη να γυρίσει πάλι στην Κόρινθο .
Η κλέφτικη δράση του επαληθεύεται και από αναφορά που στάλθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1827 στην Διοίκηση από τον αρχηγό Γ. Δυοβουνιώτη και τους οπλαρχηγούς Νάκο Πανουργιά , Ιωάν. Ρούκη και Νικ. Κοντογιάννη. Γράφουν « …επέρασε κλέφτικα και εις την Ρούμελην με 30 άνδρες και εκτύπησεν εις όλους τους δρόμους τους διαβαίνοντας Τούρκους και έπιασε δύο Τούρκους ερχόμενους από την Κωνσταντινούπολιν προς τον Ιμπραήμ Πασά, εσκότωσεν επτά και έπιασε ζωντανόν τον ανεψιόν του Τουφεξήμπασα …».
Από την Βαρσοβά (5.12.1827 ) δεκαοκτώ οπλαρχηγοί , ανάμεσα στους οποίους είναι οι:
Αναγνώστης Καναβός, Φαρμάκης Κραβαρίτης, Αντώνης Βούτερος, Φαρμάκης Βενετίκου, Βασίλειος Μπούζγος, γράφουν στην Κυβέρνηση ότι ύστερα από διαταγή του Αρχιστρατήγου θα εκστρατεύσουν στην Ανατολική Ελλάδα με αρχηγό τον Γ. Διβουνιώτη.
Οι ρουμελιώτες οπλαρχηγοί γύρισαν στη Ρούμελη και άρχισε πάλι το ντουφεκίδι. Ο Φαρμάκης μάχεται στην Κουτζορού και στα Τριζόνια.
Τον Αύγουστο του 1828 ο Κίτζος Τζαβέλας με την Α΄ χιλιαρχία διατάχθηκε να εκστρατεύσει στις επαρχίες Λιδωρικίου, Μαλαντρίνου και Κραβάρων.
Ο Φαρμάκης ενώθηκε μαζί του στην Αρτοτίνα . Ο Κραβαρίτης οπλαρχηγός, σαν άριστος γνώστης της περιοχής, έπαιξε πρωταρχικό ρόλο στην εκδίωξη των Τούρκων από τη Ναυπακτία. Οι αναφορές του Τζαβέλα στην Κυβέρνηση, αναγνωρίζουν την αυταπάρνηση, την αυτοθυσία και τις πολεμικές ικανότητες του Φαρμάκη. Τέλη Οκτώβρη δεν υπήρχε Τούρκος στα Κράβαρα. Στις 19 Νοέμβρη 1828 η Κυβέρνηση αναγνωρίζοντας τις υπηρεσίες του στην πατρίδα τού έδωσε το βαθμό του Πεντακοσίαρχου. Ο Φαρμάκης τώρα με την πεντακοσιαρχία του ακολουθεί τις διαταγές του Στρατάρχη Δημ. Υψηλάντη. « Ο Πεντακοσίαρχος Ιωάννης Φαρμάκης συμφέρει εις την Χαλκομάταν αν και ελιποτάκτησαν κατ΄ αυτάς ως 50 εκ του Σώματός του ….» , γράφει ο Στρατάρχης στις 4 Σεπτεμβρίου 1829 στον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή της Κυβερνήσεως . Με την μάχη στην Πέτρα ( 12.9.1829 ) τελείωσε η Επανάσταση και το μικρό κράτος που ιδρύθηκε άρχισε με τη φωτεινή καθοδήγηση του Κυβερνήτη να οργανώνεται.
Η τοποθέτησή του στη Χαλκομάτα τού στέρησε την ευκαιρία να συμμετάσχει στην πολιορκία της Ναυπάκτου. Ο οπλαρχηγός που έλαβε μέρος ήταν ο Γιάννης Φαρμάκης – Βενέτικος (Νιόκαστρο).
Με το από 20 Οκτ. 1829 διάταγμα του Κυβερνήτη διαλύθηκαν οι χιλιαρχίες και οργανώθηκαν ελαφρά τάγματα. Στις 9 Δεκ. 1829 το 18ο τάγμα , που διοικητής του ήταν ο Γιάννης Φαρμάκης – Κραβαρίτης με τον βαθμό του ταγματάρχη, ήταν έτοιμο για επιθεώρηση.
Επί Όθωνα τα τάγματα διαλύθηκαν και ο Φαρμάκης γίνεται και πάλι γνωστός με την επέμβασή του κατά των ληστών που προσέβαλαν το σπίτι των Νοβαίων το 1835. Έτσι ονομάζεται ταγματάρχης της Εθνοφυλακής με κύριο έργο την πάταξη της ληστοκρατίας. Το 1838 μετατάσσεται στην Οροφυλακή (Συνοροφυλακή) και έφθασε στον βαθμό του Συνταγματάρχη.
Πληρεξούσιος στην Εθνική Συνέλευση του 1843, Βουλευτής στις εκλογές του 1844. Επαναστάτης κατά του Όθωνα το 1847 και το 1850 και πάλι Βουλευτής.
Το 1854 ως συνταγματάρχης «εις τους διαθεσίμους» επικεφαλής 200 ανδρών έλαβε μέρος στην Επανάσταση για την ελευθέρωση της Θεσσαλίας.
Απέθανε το 1855 σε ηλικία 54 ετών.
Ο καπετάν Φαρμάκης έκανε πλήρως το καθήκον του προς την πατρίδα μέχρι τον θάνατό του. Σε κάποια συνεδρία της Βουλής σε ένα Βουλευτή που αμφισβήτησε τη συμμετοχή του στον Αγώνα φωνάζοντας «δεν το δεικνύει η ηλικία σου» , απάντησε : « Ιδού η ηλικία μου (ανακαλύπτων τη χειρίδα του και δεικνύων τας ουλάς του), και αν εκδυθώ θέλετε ιδεί εις όλον το σώμα τούς πολυτίμους αδάμαντάς μου οίτινες δεν ανταλλάσσονται και με όλου του κόσμου τους θησαυρούς».
Αυτός ήταν ο Φαρμάκης !